Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συμβιότη
συμβιόω
συμβίωσις
συμβιωτάριον
συμβιωτέον
συμβιωτέος
συμβιωτής
συμβλάπτω
συμβλαστάνω
συμβλέπω
σύμβλημα
συμβλής
σύμβλησις
συμβλητέον
συμβλητικός
συμβλητός
συμβλύω
συμβοάω
συμβοήθεια
συμβοηθέω
συμβοηθητικόν
View word page
σύμβλημα
joint, seam
ShortDef
joint, seam
Debugging
Headword:
σύμβλημα
Headword (normalized):
σύμβλημα
Headword (normalized/stripped):
συμβλημα
IDX:
83020
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83021
Key:
Data
{'content': 'joint, seam'}