Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συμβεβαιωτής
συμβεβηκότως
συμβελής
συμβελτιόομαι
συμβηματίζω
συμβία
συμβιάζομαι
συμβιβάζω
συμβίβασις
συμβιβασμός
συμβιβαστής
συμβιβαστικός
σύμβιος
συμβιότη
συμβιόω
συμβίωσις
συμβιωτάριον
συμβιωτέον
συμβιωτέος
συμβιωτής
συμβλάπτω
View word page
συμβιβαστής
reconciler
ShortDef
reconciler
Debugging
Headword:
συμβιβαστής
Headword (normalized):
συμβιβαστής
Headword (normalized/stripped):
συμβιβαστης
IDX:
83007
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83008
Key:
Data
{'content': 'reconciler'}