Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σύμβασις
συμβαστάζω
συμβατέος
συμβατεύω
συμβατήριος
συμβατικός
συμβατός
συμβεβαιόω
συμβεβαιωτής
συμβεβηκότως
συμβελής
συμβελτιόομαι
συμβηματίζω
συμβία
συμβιάζομαι
συμβιβάζω
συμβίβασις
συμβιβασμός
συμβιβαστής
συμβιβαστικός
σύμβιος
View word page
συμβελής
hit by several arrows at once

ShortDef

hit by several arrows at once

Debugging

Headword:
συμβελής
Headword (normalized):
συμβελής
Headword (normalized/stripped):
συμβελης
IDX:
82999
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83000
Key:

Data

{'content': 'hit by several arrows at once'}