Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συλλογιστικός
σύλλογος
συλλοιδορέω
συλλούομαι
συλλοχία
συλλοχίζω
συλλοχισμός
συλλοχίτης
συλλυπέω
σύλλυσις
συλλυσσάομαι
συλλύται
συλλύω
σῦλον
συλόνυξ
Συλοσῶν
Συμαῖος
συμβαδίζω
συμβαίνω
συμβακχεύω
σύμβακχος
View word page
συλλυσσάομαι
to go mad with

ShortDef

to go mad with

Debugging

Headword:
συλλυσσάομαι
Headword (normalized):
συλλυσσάομαι
Headword (normalized/stripped):
συλλυσσαομαι
IDX:
82965
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82966
Key:

Data

{'content': 'to go mad with'}