Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συλλογιστέος
συλλογιστικός
σύλλογος
συλλοιδορέω
συλλούομαι
συλλοχία
συλλοχίζω
συλλοχισμός
συλλοχίτης
συλλυπέω
σύλλυσις
συλλυσσάομαι
συλλύται
συλλύω
σῦλον
συλόνυξ
Συλοσῶν
Συμαῖος
συμβαδίζω
συμβαίνω
συμβακχεύω
View word page
σύλλυσις
settlement, agreement, treaty

ShortDef

settlement, agreement, treaty

Debugging

Headword:
σύλλυσις
Headword (normalized):
σύλλυσις
Headword (normalized/stripped):
συλλυσις
IDX:
82964
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82965
Key:

Data

{'content': 'settlement, agreement, treaty'}