Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συλλογίζομαι
συλλογιμαῖος
συλλογισμός
συλλογιστέος
συλλογιστικός
σύλλογος
συλλοιδορέω
συλλούομαι
συλλοχία
συλλοχίζω
συλλοχισμός
συλλοχίτης
συλλυπέω
σύλλυσις
συλλυσσάομαι
συλλύται
συλλύω
σῦλον
συλόνυξ
Συλοσῶν
Συμαῖος
View word page
συλλοχισμός
parallel arrangement of λόχοι; muster, census

ShortDef

parallel arrangement of λόχοι; muster, census

Debugging

Headword:
συλλοχισμός
Headword (normalized):
συλλοχισμός
Headword (normalized/stripped):
συλλοχισμος
IDX:
82961
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82962
Key:

Data

{'content': 'parallel arrangement of λόχοι; muster, census'}