Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συλλῃστεύω
συλλῃστής
σύλληψις
συλλιθηγία
σύλλιθος
συλλιπαίνομαι
συλλογεύς
συλλογευτικός
συλλογή
συλλογίζομαι
συλλογιμαῖος
συλλογισμός
συλλογιστέος
συλλογιστικός
σύλλογος
συλλοιδορέω
συλλούομαι
συλλοχία
συλλοχίζω
συλλοχισμός
συλλοχίτης
View word page
συλλογιμαῖος
collected from divers places

ShortDef

collected from divers places

Debugging

Headword:
συλλογιμαῖος
Headword (normalized):
συλλογιμαῖος
Headword (normalized/stripped):
συλλογιμαιος
IDX:
82952
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82953
Key:

Data

{'content': 'collected from divers places'}