Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συλληπτέον
συλληπτέος
συλληπτικός
συλλήπτωρ
συλλῃστεύω
συλλῃστής
σύλληψις
συλλιθηγία
σύλλιθος
συλλιπαίνομαι
συλλογεύς
συλλογευτικός
συλλογή
συλλογίζομαι
συλλογιμαῖος
συλλογισμός
συλλογιστέος
συλλογιστικός
σύλλογος
συλλοιδορέω
συλλούομαι
View word page
συλλογεύς
collector

ShortDef

collector

Debugging

Headword:
συλλογεύς
Headword (normalized):
συλλογεύς
Headword (normalized/stripped):
συλλογευς
IDX:
82948
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82949
Key:

Data

{'content': 'collector'}