Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Συλλεῖα
συλλείβω
Σύλλειος
συλλειοτριβέω
συλλειόω
συλλειτουργέω
σύλλεκτος
σύλλεκτρος
σύλλεξις
συλλεπτύνω
συλλεσχηνεύω
συλλήβδην
συλλήγω
συλληΐζομαι
σύλλημμα
σύλληξις
συλληπτέον
συλληπτέος
συλληπτικός
συλλήπτωρ
συλλῃστεύω
View word page
συλλεσχηνεύω
converse with
ShortDef
converse with
Debugging
Headword:
συλλεσχηνεύω
Headword (normalized):
συλλεσχηνεύω
Headword (normalized/stripped):
συλλεσχηνευω
IDX:
82932
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82933
Key:
Data
{'content': 'converse with'}