Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συλλεαίνω
σύλλεγμα
συλλέγω
Συλλεῖα
συλλείβω
Σύλλειος
συλλειοτριβέω
συλλειόω
συλλειτουργέω
σύλλεκτος
σύλλεκτρος
σύλλεξις
συλλεπτύνω
συλλεσχηνεύω
συλλήβδην
συλλήγω
συλληΐζομαι
σύλλημμα
σύλληξις
συλληπτέον
συλληπτέος
View word page
σύλλεκτρος
partner of the bed

ShortDef

partner of the bed

Debugging

Headword:
σύλλεκτρος
Headword (normalized):
σύλλεκτρος
Headword (normalized/stripped):
συλλεκτρος
IDX:
82929
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82930
Key:

Data

{'content': 'partner of the bed'}