Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συλλαβοπευσιλαλητής
συλλαγχάνω
συλλαλέω
συλλάλημα
συλλαμβάνω
σύλλαμψις
συλλανθάνω
Σύλλας
συλλατρεύω
συλλαφύσσω
συλλεαίνω
σύλλεγμα
συλλέγω
Συλλεῖα
συλλείβω
Σύλλειος
συλλειοτριβέω
συλλειόω
συλλειτουργέω
σύλλεκτος
σύλλεκτρος
View word page
συλλεαίνω
pound up with
ShortDef
pound up with
Debugging
Headword:
συλλεαίνω
Headword (normalized):
συλλεαίνω
Headword (normalized/stripped):
συλλεαινω
IDX:
82919
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82920
Key:
Data
{'content': 'pound up with'}