Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συκών
συκωρέω
συκωρός
σύκωσις
συκωτικός
συκωτός
σῦλα
συλαγωγέω
συλάω
συλεύς
συλεύω
συλέω
σύλη
σύλησις
συλήτειρα
συλήτωρ
συλικός
συλλαβή
συλλαβίζω
συλλαβικός
συλλαβομαχέω
View word page
συλεύω
to despoil of arms
ShortDef
to despoil of arms
Debugging
Headword:
συλεύω
Headword (normalized):
συλεύω
Headword (normalized/stripped):
συλευω
IDX:
82898
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82899
Key:
Data
{'content': 'to despoil of arms'}