Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συκίτης
συκοβασίλεια
συκόβιος
συκολογέω
συκολόγος
συκομάμμας
συκόμορον
συκόμορος
σῦκον
συκόομαι
συκοπέδιλος
συκοπώλης
συκοτραγέω
συκοτραγίδης
συκοτράγος
συκοφαντέω
συκοφάντημα
συκοφάντης
συκοφαντητέον
συκοφαντητός
συκοφαντία
View word page
συκοπέδιλος
fig-sandaled
ShortDef
fig-sandaled
Debugging
Headword:
συκοπέδιλος
Headword (normalized):
συκοπέδιλος
Headword (normalized/stripped):
συκοπεδιλος
IDX:
82868
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82869
Key:
Data
{'content': 'fig-sandaled'}