Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συκάμινος
συκαμινώδης
συκάριον
συκάσιος
συκέα
συκέη
συκεών
συκῆ
συκίδιον
συκίζω
σύκινος
συκινόφυλλον
συκίον
συκίς
συκίτης
συκοβασίλεια
συκόβιος
συκολογέω
συκολόγος
συκομάμμας
συκόμορον
View word page
σύκινος
of the fig-tree

ShortDef

of the fig-tree

Debugging

Headword:
σύκινος
Headword (normalized):
σύκινος
Headword (normalized/stripped):
συκινος
IDX:
82854
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82855
Key:

Data

{'content': 'of the fig-tree'}