Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συκαλίς
συκαμίνινος
συκαμινοακάνθινος
συκάμινον
συκάμινος
συκαμινώδης
συκάριον
συκάσιος
συκέα
συκέη
συκεών
συκῆ
συκίδιον
συκίζω
σύκινος
συκινόφυλλον
συκίον
συκίς
συκίτης
συκοβασίλεια
συκόβιος
View word page
συκεών
fig-yard
ShortDef
fig-yard
Debugging
Headword:
συκεών
Headword (normalized):
συκεών
Headword (normalized/stripped):
συκεων
IDX:
82850
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82851
Key:
Data
{'content': 'fig-yard'}