Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συζυγία
συζύγιος
σύζυγος
συζυμόω
σύζυξ
σύζωμα
συζώννυμι
συζωοποιέω
συηβόλος
συΐδιον
συκάζω
συκαλίς
συκαμίνινος
συκαμινοακάνθινος
συκάμινον
συκάμινος
συκαμινώδης
συκάριον
συκάσιος
συκέα
συκέη
View word page
συκάζω
to pluck ripe figs

ShortDef

to pluck ripe figs

Debugging

Headword:
συκάζω
Headword (normalized):
συκάζω
Headword (normalized/stripped):
συκαζω
IDX:
82839
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82840
Key:

Data

{'content': 'to pluck ripe figs'}