Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συγχωρία
συγχωρίζω
σύγχωρος
σύγχωσις
σύδην
σύειος
Συέννεσις
συζεύγνυμι
συζευκτέον
συζευκτικός
σύζευξις
συζέω
σύζησις
συζητέω
συζήτησις
συζητητής
συζητητικός
συζήω
συζοφόω
συζυγέω
συζυγής
View word page
σύζευξις
a being yoked together

ShortDef

a being yoked together

Debugging

Headword:
σύζευξις
Headword (normalized):
σύζευξις
Headword (normalized/stripped):
συζευξις
IDX:
82818
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82819
Key:

Data

{'content': 'a being yoked together'}