Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συγχυτικός
συγχυτρόω
συγχωλαίνω
συγχωνεύω
συγχώννυμι
συγχωρέω
συγχώρημα
συγχώρησις
συγχωρητέος
συγχωρητικός
συγχωρία
συγχωρίζω
σύγχωρος
σύγχωσις
σύδην
σύειος
Συέννεσις
συζεύγνυμι
συζευκτέον
συζευκτικός
σύζευξις
View word page
συγχωρία
indulgence
ShortDef
indulgence
Debugging
Headword:
συγχωρία
Headword (normalized):
συγχωρία
Headword (normalized/stripped):
συγχωρια
IDX:
82808
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82809
Key:
Data
{'content': 'indulgence'}