Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συγχρωτίζομαι
συγχυλόομαι
σύγχυμος
συγχύνω
σύγχυσις
συγχυσμός
συγχυτικός
συγχυτρόω
συγχωλαίνω
συγχωνεύω
συγχώννυμι
συγχωρέω
συγχώρημα
συγχώρησις
συγχωρητέος
συγχωρητικός
συγχωρία
συγχωρίζω
σύγχωρος
σύγχωσις
σύδην
View word page
συγχώννυμι
to heap all together, to heap with earth, cover with a mound, bank up
ShortDef
to heap all together, to heap with earth, cover with a mound, bank up
Debugging
Headword:
συγχώννυμι
Headword (normalized):
συγχώννυμι
Headword (normalized/stripped):
συγχωννυμι
IDX:
82802
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82803
Key:
Data
{'content': 'to heap all together, to heap with earth, cover with a mound, bank up'}