Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συγχίς
συγχόνδρωσις
συγχορδία
σύγχορδος
συγχορευτής
συγχορεύτρια
συγχορεύω
συγχορηγέω
συγχορηγός
σύγχορος
σύγχορτος
συγχράομαι
συγχρηματίζω
συγχρηματισμός
σύγχρησις
συγχρηστηριάζομαι
σύγχρισμα
συγχριστέον
συγχριστός
συγχρίω
συγχρονέω
View word page
σύγχορτος
with the grass joining

ShortDef

with the grass joining

Debugging

Headword:
σύγχορτος
Headword (normalized):
σύγχορτος
Headword (normalized/stripped):
συγχορτος
IDX:
82775
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82776
Key:

Data

{'content': 'with the grass joining'}