Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συγχειροτονέω
συγχειρουργέω
συγχερσεύω
συγχέω
συγχιλίαρχος
συγχίς
συγχόνδρωσις
συγχορδία
σύγχορδος
συγχορευτής
συγχορεύτρια
συγχορεύω
συγχορηγέω
συγχορηγός
σύγχορος
σύγχορτος
συγχράομαι
συγχρηματίζω
συγχρηματισμός
σύγχρησις
συγχρηστηριάζομαι
View word page
συγχορεύτρια
partner in the dance

ShortDef

partner in the dance

Debugging

Headword:
συγχορεύτρια
Headword (normalized):
συγχορεύτρια
Headword (normalized/stripped):
συγχορευτρια
IDX:
82770
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82771
Key:

Data

{'content': 'partner in the dance'}