Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συγξύω
συγχαίρω
συγχαλάω
συγχαλεπαίνω
συγχαλκεύω
συγχαράσσω
συγχαρτικός
συγχαυνόομαι
συγχειλίαι
συγχειμάζω
συγχειρίζω
συγχειρογραφέω
συγχειροπονέω
συγχειροτονέω
συγχειρουργέω
συγχερσεύω
συγχέω
συγχιλίαρχος
συγχίς
συγχόνδρωσις
συγχορδία
View word page
συγχειρίζω
administer along with

ShortDef

administer along with

Debugging

Headword:
συγχειρίζω
Headword (normalized):
συγχειρίζω
Headword (normalized/stripped):
συγχειριζω
IDX:
82757
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82758
Key:

Data

{'content': 'administer along with'}