Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σύγκωλος
συγκωλύω
συγκωμάζω
σύγκωμος
συγκωμῳδέω
συγξαίνω
συγξενιτεύω
συγξέω
συγξηραίνω
συγξύω
συγχαίρω
συγχαλάω
συγχαλεπαίνω
συγχαλκεύω
συγχαράσσω
συγχαρτικός
συγχαυνόομαι
συγχειλίαι
συγχειμάζω
συγχειρίζω
συγχειρογραφέω
View word page
συγχαίρω
to rejoice with, take part in joy

ShortDef

to rejoice with, take part in joy

Debugging

Headword:
συγχαίρω
Headword (normalized):
συγχαίρω
Headword (normalized/stripped):
συγχαιρω
IDX:
82748
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82749
Key:

Data

{'content': 'to rejoice with, take part in joy'}