Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συγκυνίζω
συγκύπτης
συγκύπτω
συγκυρέω
συγκύρημα
συγκύρησις
συγκυρία
συγκυρόω
συγκύρω
συγκωθωνίζομαι
σύγκωλος
συγκωλύω
συγκωμάζω
σύγκωμος
συγκωμῳδέω
συγξαίνω
συγξενιτεύω
συγξέω
συγξηραίνω
συγξύω
συγχαίρω
View word page
σύγκωλος
with limbs close together

ShortDef

with limbs close together

Debugging

Headword:
σύγκωλος
Headword (normalized):
σύγκωλος
Headword (normalized/stripped):
συγκωλος
IDX:
82738
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82739
Key:

Data

{'content': 'with limbs close together'}