Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συγκυλίομαι
συγκυμαίνομαι
συγκυνηγετέω
συγκυνηγέτης
συγκυνηγέω
συγκυνηγός
συγκυνίζω
συγκύπτης
συγκύπτω
συγκυρέω
συγκύρημα
συγκύρησις
συγκυρία
συγκυρόω
συγκύρω
συγκωθωνίζομαι
σύγκωλος
συγκωλύω
συγκωμάζω
σύγκωμος
συγκωμῳδέω
View word page
συγκύρημα
occurrence

ShortDef

occurrence

Debugging

Headword:
συγκύρημα
Headword (normalized):
συγκύρημα
Headword (normalized/stripped):
συγκυρημα
IDX:
82732
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82733
Key:

Data

{'content': 'occurrence'}