Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συγκύκλωψ
συγκυλινδέομαι
συγκυλίομαι
συγκυμαίνομαι
συγκυνηγετέω
συγκυνηγέτης
συγκυνηγέω
συγκυνηγός
συγκυνίζω
συγκύπτης
συγκύπτω
συγκυρέω
συγκύρημα
συγκύρησις
συγκυρία
συγκυρόω
συγκύρω
συγκωθωνίζομαι
σύγκωλος
συγκωλύω
συγκωμάζω
View word page
συγκύπτω
to bend forwards, stoop and lay heads together
ShortDef
to bend forwards, stoop and lay heads together
Debugging
Headword:
συγκύπτω
Headword (normalized):
συγκύπτω
Headword (normalized/stripped):
συγκυπτω
IDX:
82730
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82731
Key:
Data
{'content': 'to bend forwards, stoop and lay heads together'}