Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συγκρατέον
συγκρατέω
συγκράτησις
συγκρατικός
σύγκρατος
συγκρατύνω
συγκρέκω
συγκρημνίζω
συγκρητίζω
συγκρητισμός
σύγκριμα
συγκρίνω
σύγκρισις
συγκριτέον
συγκριτέος
συγκρίτης
συγκριτικός
σύγκριτος
συγκροτέω
συγκρότημα
συγκρότησις
View word page
σύγκριμα
body formed by combination, compound

ShortDef

body formed by combination, compound

Debugging

Headword:
σύγκριμα
Headword (normalized):
σύγκριμα
Headword (normalized/stripped):
συγκριμα
IDX:
82685
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82686
Key:

Data

{'content': 'body formed by combination, compound'}