Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συγκορυφόω
συγκοσμέω
συγκόσμησις
σύγκοσμος
συγκοτταβίζω
συγκουφίζω
συγκραδαίνω
σύγκραμα
συγκραματικός
σύγκρασις
συγκρατέον
συγκρατέω
συγκράτησις
συγκρατικός
σύγκρατος
συγκρατύνω
συγκρέκω
συγκρημνίζω
συγκρητίζω
συγκρητισμός
σύγκριμα
View word page
συγκρατέον
one must mingle

ShortDef

one must mingle

Debugging

Headword:
συγκρατέον
Headword (normalized):
συγκρατέον
Headword (normalized/stripped):
συγκρατεον
IDX:
82675
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82676
Key:

Data

{'content': 'one must mingle'}