Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συγκοπώδης
συγκορδυλέομαι
συγκορυβαντιάω
συγκόρυφος
συγκορυφόω
συγκοσμέω
συγκόσμησις
σύγκοσμος
συγκοτταβίζω
συγκουφίζω
συγκραδαίνω
σύγκραμα
συγκραματικός
σύγκρασις
συγκρατέον
συγκρατέω
συγκράτησις
συγκρατικός
σύγκρατος
συγκρατύνω
συγκρέκω
View word page
συγκραδαίνω
shake together
ShortDef
shake together
Debugging
Headword:
συγκραδαίνω
Headword (normalized):
συγκραδαίνω
Headword (normalized/stripped):
συγκραδαινω
IDX:
82671
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82672
Key:
Data
{'content': 'shake together'}