Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συγκομιδή
συγκομίζω
συγκομιστέον
συγκομιστήρια
συγκομιστής
συγκομιστός
συγκονίομαι
συγκοπή
συγκοπιάτης
συγκοπιάω
σύγκοπος
συγκοπτικός
συγκοπτός
συγκόπτω
συγκοπώδης
συγκορδυλέομαι
συγκορυβαντιάω
συγκόρυφος
συγκορυφόω
συγκοσμέω
συγκόσμησις
View word page
σύγκοπος
falling down in a swoon

ShortDef

falling down in a swoon

Debugging

Headword:
σύγκοπος
Headword (normalized):
σύγκοπος
Headword (normalized/stripped):
συγκοπος
IDX:
82657
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82658
Key:

Data

{'content': 'falling down in a swoon'}