Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σύγκειμαι
συγκειμένως
συγκεκομμένως
συγκεκραμένως
συγκεκροτημένως
συγκελεύω
συγκελλάριος
συγκέλλω
συγκενόω
συγκεντέω
συγκέντρωσις
συγκεράννυμι
συγκερασμός
συγκεραστός
συγκερατίζομαι
συγκεραυνόω
συγκερκίζω
συγκεφαλαιόω
συγκεφαλαίωμα
συγκεφαλαίωσις
συγκεφαλαιωτέον
View word page
συγκέντρωσις
a simultaneous relation of centres

ShortDef

a simultaneous relation of centres

Debugging

Headword:
συγκέντρωσις
Headword (normalized):
συγκέντρωσις
Headword (normalized/stripped):
συγκεντρωσις
IDX:
82571
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82572
Key:

Data

{'content': 'a simultaneous relation of centres'}