Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συγκατηγορέω
συγκατηγόρησις
συγκατήγορος
συγκατηρεφής
συγκατοικέω
συγκατοικία
συγκατοικίζω
συγκατοικτίζομαι
συγκατολισθάνω
συγκατορθόω
συγκατορύσσω
συγκαττυστής
συγκαττύω
σύγκαυσις
σύγκειμαι
συγκειμένως
συγκεκομμένως
συγκεκραμένως
συγκεκροτημένως
συγκελεύω
συγκελλάριος
View word page
συγκατορύσσω
to bury with
ShortDef
to bury with
Debugging
Headword:
συγκατορύσσω
Headword (normalized):
συγκατορύσσω
Headword (normalized/stripped):
συγκατορυσσω
IDX:
82557
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82558
Key:
Data
{'content': 'to bury with'}