Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συγκατεπείγω
συγκατεργάζομαι
συγκατέρχομαι
συγκατεσθίω
συγκατευθύνω
συγκατεύχομαι
συγκατέχω
συγκατηγορέω
συγκατηγόρησις
συγκατήγορος
συγκατηρεφής
συγκατοικέω
συγκατοικία
συγκατοικίζω
συγκατοικτίζομαι
συγκατολισθάνω
συγκατορθόω
συγκατορύσσω
συγκαττυστής
συγκαττύω
σύγκαυσις
View word page
συγκατηρεφής
quite covered
ShortDef
quite covered
Debugging
Headword:
συγκατηρεφής
Headword (normalized):
συγκατηρεφής
Headword (normalized/stripped):
συγκατηρεφης
IDX:
82550
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82551
Key:
Data
{'content': 'quite covered'}