Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συγκαταψηφίζομαι
συγκαταψύχω
συγκάτειμι
συγκατεπείγω
συγκατεργάζομαι
συγκατέρχομαι
συγκατεσθίω
συγκατευθύνω
συγκατεύχομαι
συγκατέχω
συγκατηγορέω
συγκατηγόρησις
συγκατήγορος
συγκατηρεφής
συγκατοικέω
συγκατοικία
συγκατοικίζω
συγκατοικτίζομαι
συγκατολισθάνω
συγκατορθόω
συγκατορύσσω
View word page
συγκατηγορέω
to join in accusing

ShortDef

to join in accusing

Debugging

Headword:
συγκατηγορέω
Headword (normalized):
συγκατηγορέω
Headword (normalized/stripped):
συγκατηγορεω
IDX:
82547
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82548
Key:

Data

{'content': 'to join in accusing'}