Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συγκαταφέρω
συγκαταφεύγω
συγκαταφθείρω
συγκαταφλέγω
συγκαταφονεύω
συγκατάφυρτος
συγκαταχώννυμι
συγκαταχωρίζω
συγκαταψεύδομαι
συγκαταψηφίζομαι
συγκαταψύχω
συγκάτειμι
συγκατεπείγω
συγκατεργάζομαι
συγκατέρχομαι
συγκατεσθίω
συγκατευθύνω
συγκατεύχομαι
συγκατέχω
συγκατηγορέω
συγκατηγόρησις
View word page
συγκαταψύχω
make cool
ShortDef
make cool
Debugging
Headword:
συγκαταψύχω
Headword (normalized):
συγκαταψύχω
Headword (normalized/stripped):
συγκαταψυχω
IDX:
82538
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82539
Key:
Data
{'content': 'make cool'}