Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συγκαταριθμέω
συγκαταρράπτω
συγκαταρρέω
συγκαταρρίπτω
συγκατάρχω
συγκατασβέννυμι
συγκατασιτέομαι
συγκατασκάπτης
συγκατασκάπτω
συγκατασκεδάννυμι
συγκατασκευάζω
συγκατασκηνόω
συγκατασκήπτω
συγκατασπάω
συγκατασπείρω
συγκαταστασιάζω
συγκατάστασις
συγκαταστρέφω
συγκατασύρομαι
συγκατασφάζω
συγκατασχηματίζομαι
View word page
συγκατασκευάζω
to help in establishing

ShortDef

to help in establishing

Debugging

Headword:
συγκατασκευάζω
Headword (normalized):
συγκατασκευάζω
Headword (normalized/stripped):
συγκατασκευαζω
IDX:
82508
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82509
Key:

Data

{'content': 'to help in establishing'}