Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συγκατανεύω
συγκαταπαίζω
συγκαταπαύω
συγκαταπέμπω
συγκαταπίμπλημι
συγκαταπίμπρημι
συγκαταπίνω
συγκαταπίπτω
συγκαταπλαστέον
συγκαταπλέκω
συγκαταπλέω
συγκαταπολεμέω
συγκαταποντόω
συγκαταπράσσω
συγκαταριθμέω
συγκαταρράπτω
συγκαταρρέω
συγκαταρρίπτω
συγκατάρχω
συγκατασβέννυμι
συγκατασιτέομαι
View word page
συγκαταπλέω
sail into port with

ShortDef

sail into port with

Debugging

Headword:
συγκαταπλέω
Headword (normalized):
συγκαταπλέω
Headword (normalized/stripped):
συγκαταπλεω
IDX:
82494
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82495
Key:

Data

{'content': 'sail into port with'}