Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συγκατανέμω
συγκατανευσιφάγος
συγκατανεύω
συγκαταπαίζω
συγκαταπαύω
συγκαταπέμπω
συγκαταπίμπλημι
συγκαταπίμπρημι
συγκαταπίνω
συγκαταπίπτω
συγκαταπλαστέον
συγκαταπλέκω
συγκαταπλέω
συγκαταπολεμέω
συγκαταποντόω
συγκαταπράσσω
συγκαταριθμέω
συγκαταρράπτω
συγκαταρρέω
συγκαταρρίπτω
συγκατάρχω
View word page
συγκαταπλαστέον
one must plaster also

ShortDef

one must plaster also

Debugging

Headword:
συγκαταπλαστέον
Headword (normalized):
συγκαταπλαστέον
Headword (normalized/stripped):
συγκαταπλαστεον
IDX:
82492
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82493
Key:

Data

{'content': 'one must plaster also'}