Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συγκαταγαπάω
συγκαταγήρασις
συγκαταγηράσκω
συγκαταγιγνώσκω
συγκατάγνυμι
συγκαταγομφόω
συγκαταγράφω
συγκατάγω
συγκαταδαρθάνω
συγκαταδεσμέω
συγκαταδιώκω
συγκαταδουλόω
συγκαταδύνω
συγκατάδυσις
συγκαταζεύγνυμι
συγκαταζῶ
συγκαταθάπτω
συγκατάθεσις
συγκαταθετέον
συγκαταθετικός
συγκαταθέω
View word page
συγκαταδιώκω
to pursue with

ShortDef

to pursue with

Debugging

Headword:
συγκαταδιώκω
Headword (normalized):
συγκαταδιώκω
Headword (normalized/stripped):
συγκαταδιωκω
IDX:
82433
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82434
Key:

Data

{'content': 'to pursue with'}