Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συγκαμπή
συγκαμπτός
συγκάμπτω
σύγκαμψις
συγκανηφορέω
συγκαρκινόομαι
συγκασιγνήτη
σύγκασις
συγκαταβαίνω
συγκαταβάλλω
συγκατάβασις
συγκαταβιβάζω
συγκαταβιόω
συγκαταγαπάω
συγκαταγήρασις
συγκαταγηράσκω
συγκαταγιγνώσκω
συγκατάγνυμι
συγκαταγομφόω
συγκαταγράφω
συγκατάγω
View word page
συγκατάβασις
condescension
ShortDef
condescension
Debugging
Headword:
συγκατάβασις
Headword (normalized):
συγκατάβασις
Headword (normalized/stripped):
συγκαταβασις
IDX:
82420
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82421
Key:
Data
{'content': 'condescension'}