Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συγκάθημαι
συγκαθιδρύω
συγκαθιερόω
συγκαθίζω
συγκαθίημι
συγκαθίστημι
συγκαθοράω
συγκαθορμίζομαι
συγκαθοσιόω
συγκαθυφαίνω
σύγκαιρος
συγκαίω
συγκακοπαθέω
συγκακουργέω
συγκακουχέομαι
συγκακόω
συγκαλέω
συγκαλινδέομαι
συγκαλλύνω
συγκάλυμμα
συγκαλυμμός
View word page
σύγκαιρος
of the season
ShortDef
of the season
Debugging
Headword:
σύγκαιρος
Headword (normalized):
σύγκαιρος
Headword (normalized/stripped):
συγκαιρος
IDX:
82395
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82396
Key:
Data
{'content': 'of the season'}