Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συγγώνιον
συγκαθαγίζω
συγκαθαιρέω
συγκαθαίρω
συγκαθαρεύω
συγκαθαρμόζω
συγκάθεδρος
συγκαθέζομαι
συγκαθείμαρμαι
συγκαθείργω
συγκαθέλκω
συγκαθεύδησις
συγκαθεύδω
συγκαθέψω
συγκάθημαι
συγκαθιδρύω
συγκαθιερόω
συγκαθίζω
συγκαθίημι
συγκαθίστημι
συγκαθοράω
View word page
συγκαθέλκω
to drag down together

ShortDef

to drag down together

Debugging

Headword:
συγκαθέλκω
Headword (normalized):
συγκαθέλκω
Headword (normalized/stripped):
συγκαθελκω
IDX:
82381
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82382
Key:

Data

{'content': 'to drag down together'}