Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συγγυμναστής
συγγυμνόομαι
συγγυναικονόμος
συγγώνιον
συγκαθαγίζω
συγκαθαιρέω
συγκαθαίρω
συγκαθαρεύω
συγκαθαρμόζω
συγκάθεδρος
συγκαθέζομαι
συγκαθείμαρμαι
συγκαθείργω
συγκαθέλκω
συγκαθεύδησις
συγκαθεύδω
συγκαθέψω
συγκάθημαι
συγκαθιδρύω
συγκαθιερόω
συγκαθίζω
View word page
συγκαθέζομαι
to sit down together

ShortDef

to sit down together

Debugging

Headword:
συγκαθέζομαι
Headword (normalized):
συγκαθέζομαι
Headword (normalized/stripped):
συγκαθεζομαι
IDX:
82378
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82379
Key:

Data

{'content': 'to sit down together'}