Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συγγραφικός
συγγράφιον
συγγραφοδιαθήκη
σύγγραφος
συγγραφοφύλαξ
συγγράφω
συγγυμνάζω
συγγυμνασία
συγγυμναστής
συγγυμνόομαι
συγγυναικονόμος
συγγώνιον
συγκαθαγίζω
συγκαθαιρέω
συγκαθαίρω
συγκαθαρεύω
συγκαθαρμόζω
συγκάθεδρος
συγκαθέζομαι
συγκαθείμαρμαι
συγκαθείργω
View word page
συγγυναικονόμος
fellow
ShortDef
fellow
Debugging
Headword:
συγγυναικονόμος
Headword (normalized):
συγγυναικονόμος
Headword (normalized/stripped):
συγγυναικονομος
IDX:
82370
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82371
Key:
Data
{'content': 'fellow'}