Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συγγραμματεύω
συγγραμματοφύλαξ
συγγραπτέον
συγγραφεύς
συγγραφή
συγγραφικός
συγγράφιον
συγγραφοδιαθήκη
σύγγραφος
συγγραφοφύλαξ
συγγράφω
συγγυμνάζω
συγγυμνασία
συγγυμναστής
συγγυμνόομαι
συγγυναικονόμος
συγγώνιον
συγκαθαγίζω
συγκαθαιρέω
συγκαθαίρω
συγκαθαρεύω
View word page
συγγράφω
to write down, describe, compose
ShortDef
to write down, describe, compose
Debugging
Headword:
συγγράφω
Headword (normalized):
συγγράφω
Headword (normalized/stripped):
συγγραφω
IDX:
82365
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82366
Key:
Data
{'content': 'to write down, describe, compose'}