Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συγγηθέω
συγγηράσκω
σύγγηρος
συγγίγνομαι
συγγιγνώσκω
συγγλοιόομαι
σύγγνοια
συγγνώμη
συγγνωμονέω
συγγνωμονητέον
συγγνωμονικός
συγγνωμοσύνη
συγγνώμων
συγγνωρίζω
σύγγνωσις
συγγνωστέα
συγγνωστέος
συγγνωστός
συγγογγύλλω
συγγομφόω
σύγγονος
View word page
συγγνωμονικός
inclined to pardon, indulgent
ShortDef
inclined to pardon, indulgent
Debugging
Headword:
συγγνωμονικός
Headword (normalized):
συγγνωμονικός
Headword (normalized/stripped):
συγγνωμονικος
IDX:
82342
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82343
Key:
Data
{'content': 'inclined to pardon, indulgent'}