Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συβωτικός
συγγάλακτος
συγγαλακτοτροφέω
συγγαληνιάω
σύγγαμβροι
σύγγαμβρος
συγγαμέτης
συγγαμέω
σύγγαμος
συγγείτνιος
συγγείτων
συγγελάω
συγγένεια
συγγένειος
συγγενέτειρα
συγγενεύς
συγγένημα
συγγενής
συγγένησις
συγγενικός
συγγεννάω
View word page
συγγείτων
bordering, neighbouring

ShortDef

bordering, neighbouring

Debugging

Headword:
συγγείτων
Headword (normalized):
συγγείτων
Headword (normalized/stripped):
συγγειτων
IDX:
82313
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82314
Key:

Data

{'content': 'bordering, neighbouring'}