Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συβριάζω
συβωτέω
συβώτης
συβωτικός
συγγάλακτος
συγγαλακτοτροφέω
συγγαληνιάω
σύγγαμβροι
σύγγαμβρος
συγγαμέτης
συγγαμέω
σύγγαμος
συγγείτνιος
συγγείτων
συγγελάω
συγγένεια
συγγένειος
συγγενέτειρα
συγγενεύς
συγγένημα
συγγενής
View word page
συγγαμέω
marry together
ShortDef
marry together
Debugging
Headword:
συγγαμέω
Headword (normalized):
συγγαμέω
Headword (normalized/stripped):
συγγαμεω
IDX:
82310
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82311
Key:
Data
{'content': 'marry together'}