Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Συβαριτικός
συβήνη
συβόσιον
Σύβοτα
συβριάζω
συβωτέω
συβώτης
συβωτικός
συγγάλακτος
συγγαλακτοτροφέω
συγγαληνιάω
σύγγαμβροι
σύγγαμβρος
συγγαμέτης
συγγαμέω
σύγγαμος
συγγείτνιος
συγγείτων
συγγελάω
συγγένεια
συγγένειος
View word page
συγγαληνιάω
to be calm

ShortDef

to be calm

Debugging

Headword:
συγγαληνιάω
Headword (normalized):
συγγαληνιάω
Headword (normalized/stripped):
συγγαληνιαω
IDX:
82306
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82307
Key:

Data

{'content': 'to be calm'}