Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σῦαξ
σύαρον
Συβαρίζω
Σύβαρις
Συβαρίτης
Συβαριτικός
συβήνη
συβόσιον
Σύβοτα
συβριάζω
συβωτέω
συβώτης
συβωτικός
συγγάλακτος
συγγαλακτοτροφέω
συγγαληνιάω
σύγγαμβροι
σύγγαμβρος
συγγαμέτης
συγγαμέω
σύγγαμος
View word page
συβωτέω
to be a swineherd

ShortDef

to be a swineherd

Debugging

Headword:
συβωτέω
Headword (normalized):
συβωτέω
Headword (normalized/stripped):
συβωτεω
IDX:
82301
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82302
Key:

Data

{'content': 'to be a swineherd'}